Το μέλι Ερείκης | Τανανάκη Χρύσα

 

 

Τανανάκη Χρύσα
Επίκουρος καθηγήτρια
Διευθύντρια Εργαστηρίου Μελισσοκομίας – Σηροτροφίας Α.Π.Θ.
tananaki@agro.auth.gr

 

Το μέλι ερείκης αποτελεί μια από τις γνωστές κατηγορίες ανθόμελου που παράγεται σε σημαντικές ποσότητες στην Ελλάδα και τα τελευταία χρόνια διακινείται στην εγχώρια αγορά ως αμιγές. Προέρχεται από το νέκταρ των φυτών της  οικογένειας Ericacea με κύριες παραγωγικές χώρες την Ισπανία την Ιταλία και τη Γερμανία. Συνολικά δέκα είδη της οικογένειας αυτής θεωρείται ότι συμμετέχουν στην παραγωγή του Ευρωπαϊκού ερεικόμελου με σημαντικότερο από αυτά το Calluna vulgaris (πιν. 1). Όσον αφορά στην Ελλάδα, το ερεικόμελο παράγεται κυρίως από τη φθινοπωρινή ερείκη (Erica manipuliflora). Αν και οι μέλισσες συλλέγουν νέκταρ και από την ανοιξιάτικη ερείκη (Erica arborea), εντούτοις σπάνια συγκομίζεται ανοιξιάτικο ερεικόμελο, αφού η περίοδος συλλογής συμπίπτει με την ανάπτυξη του μελισσιού, με αποτέλεσμα να καταναλώνεται άμεσα από ίδιες τις μέλισσες. Τα χαρακτηριστικά των τριών φυτών, που θεωρούνται σημαντικά για την παραγωγή μελιού ερείκης τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη, δίνονται στην συνέχεια (εικ. 1).

Σουσούρα
Εικόνα 1: Φυτά που αποτελούν κύριες πηγές του ερεικόμελου

Erica manipuliflora (Erica verticillata): Μπορεί να φτάσει σε ύψος το 1m και φύεται από  παραθαλάσσιες περιοχές μέχρι και σε υψόμετρο περίπου 2000m. Ανθίζει από τα τέλη του καλοκαιριού μέχρι το τέλος του φθινοπώρου, δίνοντας κωδωνοειδή ρόδινα άνθη σε μικρές ταξιανθίες. Χαρακτηριστικό του άνθους είναι ότι, τόσο οι στήμονες όσο και ο στύλος, προεξέχουν της στεφάνης. Είναι γνωστή ως φθινοπωρινή ερείκη και εκτός από την Ελλάδα συναντάται και σε άλλες χώρες όπως την Αλβανία, Κροατία, Ιταλία και Τουρκία.

Erica arborea: Θάμνος  ή μικρό δέντρο που μπορεί να φτάσει σε ύψος ακόμη και 4m, με όρθια ραβδόμορφα κλαδιά, φύλλα βελονοειδή με αυλακωτή την κάτω επιφάνεια, μήκους  3-5mm. Οι κλαδίσκοι φέρουν πυκνό λευκωπό τρίχωμα.  Ανθίζει από τον Μάρτιο ως τον Απρίλιο δίνοντας λευκά άνθη και είναι γνωστό ως ανοιξίατικη ερείκη. Χαρακτηριστικό του άνθους είναι ότι ο στύλος προεξέχει της στεφάνης. Συναντάται σε όλη την Ελλάδα.

Calluna vulgaris: Είναι το μοναδικό φυτό του γένους Calluna στην οικογένεια Ericaceae. Αποτελεί πολυετή θάμνο ύψους  20-50cm που σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να ξεπεράσει το 1m. Μερικές φορές αναφέρεται ως καλοκαιρινή ερείκη για να διακριθεί από τη φθινοπωρινή ή την ανοιξιάτικη. Φύεται κυρίως στην Βόρειο και Δυτική Ευρώπη.

 

Πίνακας 1: Είδη φυτών ερείκης που δίνουν μέλι σε διάφορες Ευρωπαϊκές χώρες                         (Persano Oddo et  al., 2004)

Φυτό Μεγάλη παραγωγή Μέτρια παραγωγή Σπάνια παραγωγή
Erica arborea L., Ισπανία Ιταλία, Γαλλία, Κροατία Ελλάδα
Erica australis L., Ισπανία    
Erica carnea L.   Γαλλία  
Erica cinerea L. Ισπανία Γαλλία, Αγγλία Πορτογαλία
Erica manipuliflora Salisb.   Αλβανία, Ελλάδα, Κροατία  
Erica multiflora L. Ισπανία Κροατία Ιταλία
Erica scoparia L. Ισπανία    
Erica umbellata L Ισπανία    
Erica vagans L. Ισπανία Γαλλία  
Calluna vulgaris (L.) Hull Ισπανία, Ολλανδία, Γερμανία, Δανία,

Σκανδιναβία,

Αγγλία, Πολωνία

Γαλλία Ιταλία

 

Ελληνικό ερεικόμελο

Στην Ελλάδα το ερεικόμελο (ρεικίσιο μέλι, σουσουρόμελο) παράγεται σε σημαντικές ποσότητες,  κυρίως κατά το φθινόπωρο, από το φυτό Erica manipuliflora, γνωστό ως ερείκη, ρείκι, σουσούρα ή πυρένι.  Το θαμνώδες αυτό φυτό από τις αρχές του Σεπτέμβρη έως το Νοέμβριο καλύπτει με ροζ άνθη αρκετούς λόφους τους ελλαδικού χώρου, προσελκύοντας πολλούς μελισσοκόμους.  Η άφθονη γύρη που δίνει σε συνδυασμό με την έλλειψη άλλων ανθισμένων φυτών την περίοδο αυτή το κάνουν μια πολύ καλή πρωτεϊνούχο πηγή. Παράλληλα την περίοδο αυτή οι μελισσοκόμοι έχουν ανάγκη την ύπαρξη γυρεοδοτικών φυτών, καθώς εκμεταλλεύονται τις μελιτοεκκρίσεις του Marchalina hellenica (εργάτη) στα πεύκα, αδυνατίζοντας έτσι τα μελίσσια τους, λόγω της εντατικής συλλογής μελιτώματος και της έλλειψης γύρης. Έτσι η μεταφορά των μελισσιών σε μια τέτοια περιοχή βοηθάει στην ανάπτυξη του γόνου και την αύξηση του πληθυσμού. Δεν είναι όμως μόνο η γύρη που κάνει την ερείκη ένα σημαντικό μελισσοκομικό φυτό, αλλά και η παραγωγή ενός θρεπτικού και γευστικού μελιού (εικ. 2).  Το ερεικόμελο διακρίνεται για το κοκκινωπό του χρώμα την ιδιαίτερη γεύση και το χαρακτηριστικό του άρωμα. Εμφανίζει υψηλή περιεκτικότητα σε υγρασία και ορισμένες φορές υψηλότερη από το νομοθετημένο όριο 20%. Αν και στην ευρωπαϊκή οδηγία 110/2001 αναφέρεται το ερεικόμελο ως εξαίρεση, ώστε να επιτρέπονται ποσοστά υγρασίας έως 23%, εντούτοις η εξαίρεση αφορά το μέλι ερείκης που παράγεται από το φυτό Calluna vulgaris και όχι αυτό που παράγεται από άλλα ερεικοειδή.

Μέλι Ερείκης

Μέλι ΕρείκηςΑυτό έχει ως αποτέλεσμα, κατά την πιστή εφαρμογή του νόμου, αρκετά ελληνικά ερεικόμελα να θεωρούνται ως μη κανονικά. Αν και ανθόμελο, εμφανίζει υψηλή αγωγιμότητα  (0.56 – 0.89 mS/cm, n = 35), ενώ υψηλή είναι και η περιεκτικότητά του σε σάκχαρα (άθροισμα γλυκόζης και φρουκτόζης 64.2 – 82.2%, n = 35). Η φυσική ύπαρξη μεγάλου ποσοστού γλυκόζης (29.4 – 38.8%, n = 35) έχει ως αποτέλεσμα τη γρήγορη κρυστάλλωσή του σε χρονικό διάστημα 2-4 μηνών.

Εικόνα 3: Μικροσκοπική άποψη με πολωτή κρυσταλλωμένου μελιού ερείκης
Εικόνα 3: Μικροσκοπική άποψη με πολωτή κρυσταλλωμένου μελιού ερείκης

Χαρακτηριστικό της κρυστάλλωσής του είναι ότι τις περισσότερες φορές σχηματίζονται πολλοί μεγάλοι κρύσταλλοι που γίνονται πολύ εύκολα αντιληπτοί κατά την κατανάλωσή του (εικ. 3). Το ερεικόμελο αποτελεί  μια από τις οκτώ ταυτοποιημένες κατηγορίες ελληνικού μελιού και σύμφωνα με το ΦΕΚ 239/2005 για την αναγραφή της βοτανικής του προέλευσης στην ετικέτα

απαιτεί ποσοστό γυρεοκόκκων ερείκης μεγαλύτερο από 45%. Οι τρεις λοβοί του χαρακτηριστικού γυρεόκοκκου της ερείκης τον καθιστούν εύκολα αναγνωρίσιμο κατά τη διάρκεια της γυρεοσκοπικής ανάλυσης (εικ. 4).

 Εικόνα 4: Γυρεόκοκκοι ερείκης  σε ερεικόμελο
Εικόνα 4: Γυρεόκοκκοι ερείκης  σε ερεικόμελο

Μέλι ερείκης από το φυτό Calluna vulgaris

Παράγεται στη Βόρεια και Δυτική Ευρώπη και αποτελεί για τους μελισσοκόμους μια σημαντική συγκομιδή στα τέλη του καλοκαιριού. Λόγω κολλοειδών πρωτεϊνών που περιέχει, εμφανίζει το φαινόμενο της θιξοτροπίας, με αποτέλεσμα να αποκτά παχύρευστη και ζελατινώδη υφή ακόμη και μέσα στα πλαίσια συλλογής, γεγονός  που κάνει δύσκολη την εξαγωγή του. Παρουσιάζει γρήγορο ρυθμό αύξησης της HMF με αποτέλεσμα το χρονικό διάστημα διατηρησιμότητάς του να είναι μικρότερο συγκριτικά με τα άλλα είδη μελιού. Εμφανίζει υψηλές τιμές στη μέτρηση του χρώματος (76,9 ± 18,5 mm Pfund), την περιεκτικότητά του σε πρωτεΐνες, την υγρασία και την οξύτητα. Λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του, αποτελεί εξαίρεση στην Ευρωπαϊκή Οδηγία για το μέλι (110/2001), όσον αφορά στην περιεκτικότητα του σε νερό, καθώς αυτή μπορεί να είναι μέχρι και 23%, αλλά και στην ηλεκτρική αγωγιμότητα η οποία μπορεί να είναι υψηλότερη από  0.8 mS/cm.  Όσο αφορά τα οργανοληπτικά του χαρακτηριστικά έχει σκούρο χρώμα με κόκκινες αποχρώσεις,  μέτρια με δυνατή οσμή με τόνους ξύλου και φρέσκου φρούτου, έντονο και μεγάλης διάρκειας άρωμα, με γεύση μετρίως πικρή. Παρουσιάζει μέτρια τάση για κρυστάλλωση σε μεγάλους κρυστάλλους, ενώ  στην υγρή του φάση εμφανίζει ζελατινώδη υφή.

Σύμφωνα με έρευνες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, τα κλασικά φυσικοχημικά χαρακτηριστικά του ερεικόμελου δεν διαφοροποιούνται αισθητά ανάλογα με το είδος του φυτού. Όπως διαπιστώνεται από τα στοιχεία του πίνακα 2, το ερεικόμελο από το φυτό Calluna vulgaris εμφανίζει ελαφρώς υψηλότερη περιεκτικότητα στο άθροισμα των μονοσακχαριτών και στη συγκέντρωση της προλίνης, ενώ το μέλι από το Erica manipuliflora περιέχει υψηλότερα ποσοστά γλυκόζης. Εμπειρικές αναφορές διαφοροποιούν οργανοληπτικά το μέλι που παράγεται από την Erica arborea και την Erica manipuliflora. Το ανοιξιάτικο ερεικόμελο διακρίνεται από το σκούρο κεχριμπαρένιο χρώμα του, που μετατρέπεται σε ανοιχτό καφέ όταν κρυσταλλώνει, ενώ το φθινοπωρινό είναι πιο σκοτεινόχρωμο με κοκκινόχρωμη απόχρωση. Σε σχετική έρευνα που πραγματοποιήθηκε στο Βέλγιο εντοπίστηκαν ορισμένες χημικές ενώσεις που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τη διάκριση του ερεικόμελου των φυτών Calluna vulgaris και Erica arborea.  Από τους  Guyot  et al. (1999) πιθανοί δείκτες για το πρώτο είδος προτάθηκαν τρεις χημικές ενώσεις (phenylacetic acid, dehydrovomifoliol και  4- (3-oxo-1-butynyl)-3,5,5-trimethylcyclohex-2-en-1-one), ενώ για το δεύτερο άλλες τρεις διαφορετικής δομής (4-methoxybenzaldehyde, 4-methoxybenzoic acid, και methyl vanillate).

Πίνακας 2: Φυσικοχημικά χαρακτηριστικά ερεικόμελου που παράγεται από τα φυτά Calluna vulgaris και Erica manipuliflora  (Persano  Oddo L., Piro R. 2008, Θρασυβούλου και συν. 2002)

Φυσικοχημική Παράμετρος Μέσος όρος ± SD*
Ερεικόμελο από

Calluna vulgaris

Ελληνικό ερεικόμελο

Erica manipuliflora

Ηλεκτρική αγωγιμότητα (mS/cm) 0.73 ± 0.12 0.67 ± 0.16
pH 4.2 ± 0.2 4.2  ± 0.27
 Οξύτητα (meq/Kg) 32.1 ± 5.6 31.6 ± 2.5
Υγρασία (%) 18.5 ± 1.5 18.8 ± 2.19
Διαστάση (DN) 23.4 ± 6.3 27.6 ± 0.16
Προλίνη (mg/Kg) 646 ± 196 536 ± 332
Άθροισμα γλυκόζης και φρουκτόζης (%) 73.4 ± 3.1 68.0  ± 4.1
Γλυκόζη (%) 27.9 ±  2.5 31.2 ± 1.5
Σουκρόζη (%) 1.4 ± 1.1 0.25 ± 0.04

 

Σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε με πορτογαλικά δείγματα ερείκης διαπιστώθηκε σημαντική δράση ενάντια στους μύκητες  Candida albicans, Candida krusei, Cryptococcus neoformans. Αντιβακτηριδιακή δράση του ερεικόμελου που παράγεται στην Αγγλία βρέθηκε επίσης ενάντια στο αρνητικό κατά Gram βακτήριο Pseudomonas aeruginosa. Εκτός από τις πιθανές θεραπευτικές του δράσεις, το ερεικόμελο αποτελεί ένα ιδιαίτερα αγαπητό μέλι από τους καταναλωτές λόγω της θρεπτικής του αξίας και των ιδιαίτερων οργανοληπτικών του χαρακτηριστικών.

 

Βιβλιογραφία

Θρασυβούλου Α., Μανίκης Ι.,Τανανάκη Χ., Τσέλιος Δ., Καραμπουρνιώτη Σ., Δήμου Μ. (2002). Η ταυτότητα του ελληνικού μελιού, Α. Φυσικοχημικά χαρακτηριστικά που στηρίζουν την ποιότητα του προϊόντος, 1Ο Επιστημονικό Συνέδριο Μελισσοκομίας – Σηροτροφίας, Αθήνα 29 Νοεμβρίου – 1 Δεκεμβρίου, σελ. 232-253.

Guyot C, Scheirman V, Collin S (1998) Floral origin markers of heather honeys: Calluna vulgaris and Erica arborea. Food Chemistry 64:3-11.

Persano Oddo L., Piana L., Bogdanov S., Bentabol A., Gotsiu, P., Kerkvliet, J., Martin P., Morlot M., Valbuena  A. O., Ruoff  K., von der Ohe K. (2004) Botanical species giving unifloral honey in Europe, Apidologie 35:S82-S93.

Persano  Oddo L., Piro R. (2008). Main European unifloral honeys: descriptive sheets, Apidologie 35: S38–S81.

Venkatachalam Mullai and Thangam Menon (2007). Bactericidal Activity of Different Types of Honey against Clinical and Environmental Isolates of Pseudomonas aeruginosa, The Journal of Alternative and Complementary Medicine, 13(4): 439.

Xesús Feás and María L. Estevinho. (2011). A Survey of the In Vitro Antifungal Activity of Heather (Erica Sp.) Organic Honey,  Journal of Medicinal Food 14(10): 1284-1288.